Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Μια συζήτηση για τη βία «απ’ όπου κι αν προέρχεται»


Την ώρα που στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις  εξελίσσονταν  αντιφασιστικά  συλλαλητήρια, λίγες ημέρες μετά την ρατσιστική δολοφονία ενός ακόμη μετανάστη,  στο Συνεδριακό Κέντρο Λιβαδειάς πραγματοποιήθηκε εκδήλωση – συζήτηση για το καίριο θέμα της «αύξησης των περιστατικών βίας απέναντι στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες” και “των τρόπων αντιμετώπισης».
Στην συζήτηση-  που συνδιοργανώθηκε από την   «Αντιφασιστική αντιρατσιστική κίνηση πολιτών Λιβαδειάς» και την οργάνωση «Κόσμος χωρίς πολέμους και Βία», με τη συμμετοχή των Μ. Κλώκα, Ν. Στεργίου, Μ. Γιάννου, Κ. Μάτσα ( «18 Άνω») και Π. Σαπουντζάκη (Εκπαιδευτικοί ενάντια στην ομοφοβία)-παρουσιάσθηκαν αρχικά τα καταγεγραμμένα στοιχεία από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ  των ολοένα αυξανόμενων κρουσμάτων ρατσιστικής βίας.  Καταγγελίες, που όπως αναφέρθηκε είναι στην πραγματικότητα πολύ λιγότερες από αυτά που συμβαίνουν, είτε γιατί τα θύματα φοβούνται να «μπλέξουν» αφού συχνά το έγκλημα μένει ατιμώρητο, είτε γιατί αποθαρρύνονται όταν φθάνουν στα αστυνομικά τμήματα, είτε γιατί σε περιπτώσεις δολοφονιών – όπως για παράδειγμα το μαχαίρωμα 18χρονου Αφγανού στις 6 Γενάρη στο Πεδίο του Άρεως-  οι δράστες και τα κίνητρα μένουν άγνωστα.
Η στοχοποίηση ευάλωτων ομάδων που προορίζονται να αποτελέσουν τον αποδιοπομπαίο τράγο για να εκτονωθεί η οργή που προκαλεί η κρίση, είναι παλιά και δοκιμασμένη συνταγή. Αυτό που σπάνια αναρωτιόμαστε είναι ποιοι έχουν όφελος να πείσουν τους πολλούς πως για την σημερινή εξαθλίωση, την ανεργία, την ανασφάλεια, το έγκλημα και την ατιμωρησία, φταίνε άνθρωποι ακόμη πιο εξαθλιωμένοι, διωγμένοι ή ευάλωτοι από τους ίδιους.  Μήπως αυτοί δεν είναι άλλοι από τους πραγματικούς υπεύθυνους και τους εκπροσώπους τους;  Μετανάστες και πρόσφυγες, Ρομά αλλά και ομοφυλόφιλοι, οροθετικοί, Άτομα με ειδικές ανάγκες, τοξικοεξαρτημένοι,  σήμερα όπως και άλλοτε αποτελούν την αρχή ενός διωγμού που δεν έχει τέλος. Καθώς ολοένα και μεγαλύτερες ομάδες γίνονται άστεγοι, άνεργοι, παραβάτες από ανάγκη, διαδηλωτές και απεργοί, διαμαρτυρόμενοι και καταληψίες, οι ομάδες –στόχοι διευρύνονται έτσι που τελικά σχεδόν όλη η κοινωνία αποτελεί στόχο. Ο φόβος από μια σύγκρουση που γενικεύεται σε «όλοι εναντίον όλων», δίνει το άλλοθι για την ένταση της κρατικής και παρακρατικής βίας εν’ ονόματι του «νόμου και της τάξης», που λειτουργεί παραδειγματικά απέναντι σε όσους αντιδρούν απέναντι στα σκληρά, άδικα και ισοπεδωτικά μέτρα.
Στο σημείο αυτό ανοίγει – αναπόφευκτα – η συζήτηση για το «τι να κάνουμε», που αποτέλεσε τελικά το βασικό θέμα της εκδήλωσης. Μόνη λύση η συλλογική δράση, ήταν η προφανής απάντηση από όλους τους ομιλητές. Όχι  μόνο γιατί όταν βρισκόμαστε με άλλους αποκτούμε δύναμη και προστασία απέναντι στο φόβο αλλά και γιατί μόνο όταν αναλαμβάνουμε δράση βρίσκουμε απαντήσεις.  Το ερώτημα που μονοπώλησε σχεδόν το ενδιαφέρον στη συζήτηση είναι εξίσου παλιό: απέναντι στη ωμή και πολύμορφη βία των καταπιεστών, τι πρέπει να κάνουν οι καταπιεζόμενοι; Απαντούν με βία; και μέχρι ποιού σημείου η βία μπορεί να θεωρηθεί αμυντική;  Ποιά αποτελέσματα είχαν οι ειρηνικές και ποιά οι βίαιες εξεγέρσεις και επαναστάσεις που αποτέλεσαν τομές  στην ιστορία της ανθρωπότητας;  Υπάρχει πιθανότητα να ανατραπεί ένα σύστημα εκμετάλλευσης χωρίς βία; Και αν όχι, η άσκηση βίας (ανοργάνωτης ή οργανωμένης) από τους καταπιεζόμενους, δεν προδιαγράφει τις εξελίξεις και δεν μειώνει τις πιθανότητες για μετάβαση σε ένα πιο δίκαιο, πιο ελεύθερο, μη-βίαιο κόσμο;
Με την εξαίρεση της βίας που ασκείται για φυσική αυτοάμυνα  ή για την προστασία κάποιου θύματος επίθεσης, οι προσεγγίσεις τόσο από την πλευρά των ομιλητών, όσο και αυτών που συμμετείχαν στην ζωηρή και ενδιαφέρουσα συζήτηση που ακολούθησε, ήταν αναμενόμενα διαφορετικές. Το κέρδος από την εκδήλωση δεν ήταν τελικά μια  απάντηση, που θα δίνεται και από τις ίδιες τις εξελίξεις. Η συζήτηση για τέτοια θέματα δεν κλείνει ποτέ. Το κέρδος ήταν η ευκαιρία να ανταλλαγούν απόψεις και επιχειρήματα που εμπλουτίζουν τον προβληματισμό ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη τοποθέτηση μας.  Εξάλλου αυτή είναι και η διαφορά όσων προσπαθούν  να σκέφτονται ελεύθερα σε σχέση με όσους προτιμούν τις απόλυτες, προκαθορισμένες απαντήσεις που συνήθως αποτελούν το έδαφος για το φανατισμό και τη χειραγώγηση. Γιατί στις κρίσιμες συνθήκες που ζούμε, η επιλογή στάσης αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Δέσποινα Σπανούδη

Δεν υπάρχουν σχόλια: