Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Στα βήματα μιας νέας συγγραφέως – Η Βασιλική Γκόβαρη μιλάει στο ORCHOMENOS PRESS σταλάζοντας μια μία τις σταγόνες της ψυχής της !!!


Την «γνωρίσαμε» συγγραφικά μέσα από το αλληγορικό της παραμύθι με τον τίτλο «Μια ονειρεμένη ζωή στο ‘’Μαζί’’» το πρώτο της βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΑΝΙΜΑ, ένα παρθενικό ταξίδι στο χώρο των εκδόσεων, όπου η δική μας Βασιλική Γκόβαρη … βούτηξε μετά από πολύ σκέψη και πολλά πολλά πολλά νυχτέρια. Σήμερα, απολαμβάνει αυτή την πρώτη «βόλτα στον κόσμο των συγγραφέων και των ποιητών» και παράλληλα «υφαίνει τον ιστό» των σκέψεών της, γράφοντας κάθε μέρα κι` από κάτι, στον τοίχο της σελίδας στα social media. Σκέψεις που πέφτουν σαν τις σταγόνες του φθινοπώρου, σαν σταγόνες της ψυχής της, οι οποίες  σταλάζουν μια μια για να την γνωρίσουμε καλύτερα, μέσα από μια τετ ατ τετ συνάντηση που κάναμε,  αφήνοντας το κρυστάλλινο νερό των Πηγών των Χαρίτων να κυλά ανάμεσα στις λέξεις μας…


«Αυτό το βιβλίο,  είναι το πιο ανώδυνο απ` αυτά που συνήθως γράφω. Δεν περίμενα να στείλω ποτέ ένα ολοκληρωμένο βιβλίο και πολύ περισσότερο ένα παραμύθι, έστω ένα αλληγορικό παραμύθι που μπορεί να διαβαστεί και από λίγο πιο μεγάλες ηλικίες. Αυτό που συνήθως γράφω είναι αφορισμοί, πεζοποιήματα, αν θες και κατακερματισμένες σκέψεις που κάποια στιγμή μπορεί να ενωθούν και να βγει – για μένα – νόημα, ίσως και για κάποιους άλλους. Δεν θεωρούσα ότι θα έγραφα, λοιπόν, ένα βιβλίο που θα το έστελνα για να εκτυπωθεί. Ασφαλώς κι` έχω δώσει κείμενά μου, κι έχουν τυπωθεί σε έντυπα αλλά εάν έρθετε σπίτι μου δεν θα δείτε πουθενά γραπτό μου…»
Δηλαδή, τα γράφεις και τα πετάς; 
 «Όχι, γιατί γράφω επί τόπου στο κινητό μου, εμπνέομαι σταδιακά από κάτι που είδα, που άκουσα, από μια φωτογραφία… Όσο ήμουν φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη, ό,τι έγραφα, το έκανα καραβάκια και το έριχνα στο Θερμαϊκό, για χρόνια. Σταμάτησα να γράφω για πολλά χρόνια, την περίοδο όπου δούλευα ως καθηγήτρια, ίσως επειδή είχα καλύψει αυτό το κενό με τη δουλειά, διδάσκοντας φιλολογικά μαθήματα. Άρχισα να ξαναγράφω όταν κλείστηκα σπίτι με το παιδί και πολύ περισσότερο όταν δούλευα στην οικογενειακή μας επιχείρηση, μια δουλειά που δεν μου άρεσε. Έγραφα βράδυ και κυρίως για εκτόνωση. Τότε είχα αρχίσει να ασχολούμαι και με το facebook, αυτό το παιχνίδι με τις φωτογραφίες και με τα κείμενα…» μου λέει. 
Δηλαδή εκεί που γράφει και σήμερα. 
Στον τοίχο, που για την δική μας Κική έχει γίνει καθημερινά ένα λευκό χαρτί, πάνω στο οποίο θα ξαναποτυπώσει στιγμιαία τις σκέψεις της. 
Σαν κι ` αυτό το πεζοποιήμα της για την είσοδο του Οκτώβρη…
«Μπουσουλώντας μπήκε κι ο Οκτώβρης! Αναποφάσιστος.
Του κλέψε τη δόξα ο Σεπτέμβρης στην εκπνοή του και τούτος σκουπίζει τις πληγές.
Αφανής και διχασμένος.Τρακαρισμένος ίσως, 
αναζητώντας την ταυτότητά του μεταξύ ήλιου και βροχής.
Για μια ακτίνα σε πολλαπλή αντανάκλαση 
σε χιλιάδες βροχόσταλες κουρνιασμένες επί παντός.
Κι όμως, κάπου εκεί στα μισά θα μασκαρευτεί 
και θα ουρλιάξει: "ΟΧΙ" αντί για "ΜΗ" ....
Ένα "ΜΗ" τιμής ένεκεν γι αυτό το "ΜΙ",
που του λείπει και τον υποτάσσει στην προκαθορισμένη
και γεμάτες φανφάρες μοίρα του. 
Άμοιρε Οκτώβρη, τί να σου κάνει κι ο καιρός, σαν δεν είσαι εσύ;»…
Έχεις ένα «δικό σου στυλ» ως συγγραφέας…  της λέω,
καθώς μου τελειώνει το τελευταίο της γραπτό (σε real time!!!) στο fb.
 «Δεν θέλω να αυτοαποκαλούμαι συγγραφέας, δεν νοιώθω έτσι. Δεν το έχω με μεγάλα κείμενα, πιστεύω αλλά δεν μπορώ να πω ότι δεν θα το δοκιμάσω μελλοντικά. Δεν μπορώ να προσδιορίσω το «στυλ της γραφής», εάν μπορούσα να το πω έτσι. Γράφω και εμπνέομαι… αυτό για τώρα. Ο μεγαλύτερος βέβαια φόβος μου εξ` αρχής ήταν ο δύσκολος τρόπος της έκφρασης μου. Στην εκδότριά μου, την Άννα, αυτό ήταν όμως που της άρεσε. Πολλοί μου λένε ότι είμαι κυνική, σκληρή, αυτοσαρκαστική. Άλλοι μου λένε πως είναι το χαρακτηριστικό μου. Η ταυτότητά μου.  Πιστεύω ότι το στυλ δεν διαμορφώνεται μ` ένα βιβλίο, θέλει πολύ περισσότερα και για να καταξιωθείς ως συγγραφέας,  δεν αρκεί μια έκδοση. Γι ` αυτό μένω στο τώρα και λέω βλέπουμε… »
Και στο πρώτο σου βιβλίο, πως έφτασες;
«Ένα απόγευμα του περασμένου Φλεβάρη, αποφάσισα να ξαναπιάσω αυτό το αλληγορικό παραμύθι, στο ψωφόκρυο, το οποίο ολοκληρώνω και αποφασίζω να το στείλω σε πέντε εκδοτικούς οίκους της επιλογής μου. Ανάμεσά τους η ΑΝΙΜΑ και γιατί; Είχα τηλεφωνήσει προ καιρού για κάτι άρθρα και μου άρεσε η αμεσότητα στην επικοινωνία που είχαμε. Στους περισσότερους μου έλεγαν ότι θα πάρω απάντηση εντός τριών μηνών, στην ΑΝΙΜΑ πήρα απάντηση στις 9 ημέρες. Τους συνάντησα κι` ένα βράδυ, γιατί μόνο βράδυ μπορώ να γράψω που κοιμάται η μικρή μου, το ξαναπιάνω και το διανθίζω μέσα σε μια νύχτα. Τους το ξαναστέλνω, σε δύο μέρες έχω την έγκρισή τους και πηγαίνω Αθήνα για τις λεπτομέρειες…»
Ένα αλληγορικό παραμύθι που γράφεται σ` ένα μικρό χωριό της Βοιωτίας και σήμερα ταξιδεύει σ` όλο τον κόσμο, γίνεται βιβλίο και περνάει από χέρι σε χέρι… Ωραίο ταξίδι;
«Εάν δεν μπορείς να το κάνεις μ` άλλο τρόπο. Το βιβλίο είναι ένας πολύ όμορφος τρόπος 
για να ταξιδέψεις, διαβάζεις και δεν έχεις σύνορα…»
Εάν έμπαινες σ` ένα τραίνο για να ξαναγυρίσεις στη Θεσσαλονίκη των φοιτητικών σου χρόνων, κι` έβλεπες κάποιον ή κάποια να διαβάζει το «Μαζί», πως θα ένιωθες;
«Δεν θα σου πω, γιατί δεν έχω ξεκινήσει διάλογο με κανέναν για το βιβλίο μου. Δεν έχω πει ότι έχω γράψει βιβλίο, εάν το διάβασες… Θέλω να φαντάζομαι ότι οι αναγνώστες μου είναι διαφόρων ειδών άνθρωποι…»
Δεν θέλεις να είναι παιδιά οι αναγνώστες σου;
«Δεν μπορεί να είναι μόνο παιδιά οι αναγνώστες του βιβλίου μου. Πέρα από τις εικόνες που μπορεί να πλάσει ένα παιδί, δεν μπορεί να αντιληφθεί τα βαθύτερα νοήματά του. Βέβαια, η πρώτη που το διάβασε, της το διάβασα, είναι η 6χρονη Τζωρντίνα μου, αλλά είναι παιδί που έχει μεγαλώσει με τα ακούσματα μου. Ίσως ένα άλλο αντίστοιχο παιδί, να μην έχει την ίδια αντίδραση, την ίδια υπομονή. Της έμειναν εικόνες, της έμειναν συναισθήματα. Εμένα αυτό που έφτανε!. Το διάβασαν οι γονείς μου. Σε κάποιες στιγμές,  τους δυσκόλεψε να το καταλάβουν, αλλά τους άφησε - μου είπαν -  μια γλύκα στο τέλος»
Εσένα τι σου άφησε στο τέλος;
«Εμένα μου άφησε χώρο ανοιχτό. Ό,τι τίποτε δεν τελειώνει, κι` αν τελειώσει, ξεκινάει κάτι άλλο. Το «Μαζί» ας πούμε δεν είναι αυτοσκοπός, δεν μπορεί να είναι! Υποτίθεται ότι προσεγγίζεις το «Μαζί» -  είμαστε και οι δύο σε οικογένεια και μπορούμε να το αντιληφθούμε – αλλά για να διατηρηθεί αυτή η επαφή του «Μαζί», απαιτούνται εκ νέου βάσεις, κάθε μέρα, απαιτείται μόχθος γι` αυτό. Το τέλειωσα αφήνοντας ανοικτό αυτό: Την ώρα που τελειώνει κάτι, μοιραία μπορεί να ξεκινήσει κάτι άλλο, από την ίδια βάση. Όχι επειδή το ξαναπαλεύεις, αλλά επειδή μπορείς να βρεις άλλα, καινούργια. Τη στιγμή που πεθαίνει η Ανεμώνα πέφτοντας πάνω της η βροχόσταλα, δεν σημαίνει θάνατο για μένα. Για μένα μπορεί να είναι μια νέα αρχή. Τίποτα δεν τελειώνει οριστικά εάν εσύ δεν θες να τελειώσει και μιλώ για το συναισθηματικό κομμάτι. Η αγάπη έχει παραμείνει αγάπη, απλά δεν έχει γυρίσει ακόμη σε μένα. Ακούω μερικές φορές ζευγάρια που χωρίζουν και είναι στα μαχαίρια. Δεν γίνεται…, κάτι έχει μείνει».
Εάν υπήρχε αγάπη;
«Εάν υπήρξε αγάπη, νοιάξιμο, εάν υπήρξες για τον άλλο στο ακέραιο…»
Και γιατί το «Μαζί» είναι αλληγορικό παραμύθι και δεν είναι μυθιστόρημα;
«Γιατί δεν έχει πρόσωπα, έχει πρωταγωνιστές ένα χειμωνολούλουδο και μια σταγόνα, δεν αναφέρονται πρόσωπα πουθενά, οπότε μοιραία είναι αλληγορικοί χαρακτήρες και τα συναισθήματα και παραμύθι αφού λογοτεχνικά δεν μπορούσε να μπει σε κάποια άλλη κατηγορία».
Όταν έχει γίνει το πρώτο βήμα, έρχεται και το επόμενο;
Πιστεύεις ότι είναι πιο δύσκολο από το πρώτο;
«Θα υπάρξει μέτρο σύγκρισης, εάν κινηθείς στο ίδιο επίπεδο. Πιστεύω ότι θα είναι ακόμη πιο δύσκολο, αλλά όχι για μένα, γιατί εάν εκδοθεί εκ νέου κάτι στον ίδιο εκδοτικό Οίκο, θα είναι πιο πολύ… εγώ. Μικρότερης έκτασης, πιο πολύ στοχασμοί. Περισσότερα κείμενα, έντονα συναισθητικά, με τον δικό μου τρόπο γραφής, σαν ποιητική συλλογή… Τα νέα μου είναι πως θα δημοσιευθεί κείμενό μου στο εκδοτικό έντυπο του εκδοτικού μου Οίκου, το οποίο  θα κυκλοφορήσει σύντομα. Άλλο ύφος».
Το πρώτο σου βιβλίο χαρίστηκε στη Τζωρντίνα! Το επόμενο;
«Ανάλογα με τι θα είναι, θα έχει αποδέκτη. Το έντονο συναισθηματικό φορτίο του «Μαζί», ακολούθησε  του πολύ χρόνου που περνάω μόνη μου. Μοιραία πήγαινε στη Τζωρντίνα γιατί η μόνη συντροφιά που έχω αυτές τις ώρες και πέρα από αυτό γιατί θέλω να καλλιεργήσω στην κόρη μου την ενσυναίσθηση. Και το έχω πετύχει! Έχει να κάνει όμως και με τον πατέρα μου, με τις άγριες ανεμώνες που μου έχει φέρει από το βουνό και τις έχω φέρει μαζί μου στο νέο μας σπίτι»
Η κόρη σου αποτελεί την έμπνευσή σου;
«Η Τζωρντίνα είναι έμπνευση στην καθημερινότητα!»
Συμμαθήτρια, σ` ευχαριστώ.
«Κι` εγώ…»

*Η Βασιλική (Κική) Γκόβαρη γεννήθηκε το 1977 και μεγάλωσε στον Άγιο Δημήτριο Βοιωτίας. Σπούδασε στο Τμήμα Κλασσικής Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Επί δεκαπέντε χρόνια ασχολήθηκε με την ενισχυτική – φροντιστηριακή διδασκαλία κατ` οίκον, αποκλειστικά και κατ` επιλογή.  Τα παραμύθια, που πάντα λάτρευε, έγιναν ο παραμυθένιος κόσμος της καθημερινότητάς της, για να εξηγήσουν «αλλιώς» όσα ζούμε κι όσα δεν καταλαβαίνουμε. Το  αλληγορικό παραμύθι «Μια ονειρεμένη ζωή στο ‘’Μαζί’’»  που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΑΝΙΜΑ (https://www.skroutz.gr/books/15103853.mia-oneiremeni-zoi-sto-mazi.html ) είναι η πρώτη της προσπάθεια να καταγράψει, μια από τις ιστορίες, που επινοεί καθημερινά, για να ταξιδέψουν αφενός μικρούς και μεγάλους, κι` αφετέρου να διδάξουν διαχρονικές αρχές και αξίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: