Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021

Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού από νομική σκοπιά


 Γράφει  ο  Ευθύμιος (Μάκης)  Παπανικολάου *

           Στις  πρώτες  μέρες  του  2021, και απ’ ότι φαίνεται  για  πολύ καιρό  ακόμη, η πανδημία  θα  εξακολουθεί  να  αποτελεί  το  κυρίαρχο  ζήτημα  που  ταλανίζει  την  ανθρωπότητα,  γεγονός  απολύτως  δικαιολογημένο, καθώς αποτελεί  ζήτημα  με  προεκτάσεις οι  οποίες  αγγίζουν κάθε  πτυχή  της  ανθρώπινης  ύπαρξης  και  δραστηριότητας.  Διέξοδο  σε αυτόν  τον  Κυκεώνα,  σύμφωνα  με  τους  ειδικούς,  φαίνεται  να  αποτελεί  ο  γενικευμένος  εμβολιασμός  του  πληθυσμού,  ο  οποίος παρά  ταύτα  δημιουργεί  αντιδράσεις  σε μια  μερίδα  των  πολιτών.

          Άμεσα  σχετιζόμενη  είναι  η  συζήτηση  για  το  εάν  το  εμβόλιο  κατά  του νέου  κορωνοϊού  μπορεί  να  καταστεί  υποχρεωτικό· συζήτηση  που  απασχόλησε  και  απασχολεί  το  δημόσιο  διάλογο.  Η υποχρεωτικότητα  αυτή  μπορεί,  θεωρητικά  τουλάχιστον,  να  νοηθεί  είτε  ως  άμεση,  δηλαδή  υπό  τη  μορφή  φυσικού  καταναγκασμού  και  συνυφασμένη  με  την  απειλή και επιβολή  διοικητικών ή  άλλων κυρώσεων  είτε  ως  έμμεση  υπό  την  μορφή  π.χ.  πιστοποιητικών  εμβολιασμού  από  την  λήψη  των  οποίων  θα  εξαρτάται  η  άσκηση  μιας  σειράς  ατομικών  δικαιωμάτων  και  ελευθεριών  π.χ. αεροπορικά ταξίδια στο  εξωτερικό.

          Η  ελληνική  πολιτεία  έχει  εν  μέρει  πάρει  θέση  επί  του  θέματος  θεσπίζοντας  τον  ν.  4675/2020,  το  άρθρο  4παρ.3 Α iii β  του  οποίου  προβλέπει  ότι  « Σε  περιπτώσεις  εμφάνισης  κινδύνου  διάδοσης  μεταδοτικού  νοσήματος,  που  ενδέχεται  να  έχει  σοβαρές  επιπτώσεις  στη  δημόσια  υγεία,  μπορεί  να  επιβάλλεται  με  απόφαση  του  υπουργού  υγείας,  μετά  από  γνώμη  της  ΕΕΔΥ,  υποχρεωτικότητα  του  εμβολιασμού  με  σκοπό  την   αποτροπή  της  διάδοσης  της  νόσου.  Με  την  ανωτέρω  απόφαση  ορίζονται  η  ομάδα  του  πληθυσμού  ως  προς  την  οποία  καθίσταται  υποχρεωτικός  ο  εμβολιασμός…».  Συνεπώς  η  νομοθετική  εξουσιοδότηση  υπάρχει  ήδη  και  το  μόνο  που  απαιτείται  για  να  γίνει  πραγματικότητα  ο  υποχρεωτικός  εμβολιασμός  για  συγκεκριμένες  πληθυσμιακές  ομάδες π.χ.  ιατρονοσηλευτικό  προσωπικό  είναι  μια  υπουργική  απόφαση.  Πρέπει  να  καταστεί  σαφές  ότι  ο  παραπάνω  νόμος  δεν  μπορεί  να  αποτελέσει  τη  νομική  βάση  για  την  καθιέρωση  υποχρεωτικού  εμβολιασμού  στο  ευρύ  κοινό,  καθώς  ρητά  αναφέρεται  σε  συγκεκριμένες  ομάδες  πληθυσμού  ή  συγκεκριμένες  περιοχές  της  χώρας.  Ωστόσο, το  νομοθετικό  σώμα  διατηρεί  την  ευχέρεια  να  προχωρήσει  στην  ψήφιση  τυπικού  νόμου  με  τον  οποίο  θα  καθιστά  γενικά  υποχρεωτικό  τον  εμβολιασμό.    Θα  ήταν  όμως  ένας  τέτοιος  νόμος   σύμφωνός  με  την  ελληνική  έννομη  τάξη,  και  κατ’ επέκταση  θα  άντεχε  στον  έλεγχο  συνταγματικότητας  από  την  ελληνική Δικαιοσύνη;

          Για  να  απαντήσουμε  σε  αυτό  το  κρίσιμο  ερώτημα  θα  πρέπει  να  εξετάσουμε προσεκτικά  το  αρ.5 παρ.1 και 5 Σύνταγμα  στο  οποίο  κατοχυρώνεται  η  προστασία  της  προσωπικής  ελευθερίας,  έκφανση  της  οποίας  αποτελεί   η  σωματική  ελευθερία,  και  συμπλήρωμα  αυτής  η   προστασία  της  υγείας  του  ατόμου.  Πρέπει  να  παρατηρήσουμε  ότι  αντικείμενο  του  άρθρου  5 παρ. 5 Σύντ.  δεν  είναι  θετικές  ενέργειες,  δηλαδή  του  κοινωνικό  δικαίωμα  στην  υγεία,  καθώς  εκείνο  προβλέπεται  στο  αρ. 21 παρ. 3 Σύντ.  Με  άλλα  λόγια  το  αρ. 5 παρ. 5  θεσπίζει  το  ατομικό  δικαίωμα  στην  υγεία  βάσει  του  οποίου  απαγορεύεται  κάθε  ιατρική  πράξη  χωρίς  την  συναίνεση  του  ασθενούς.

          Στην  ίδια  κατεύθυνση  κινείται  και  η  Ευρωπαϊκή  Σύμβαση  για  την  Προστασία  των  Ανθρώπινων  Δικαιωμάτων  και  της  Αξιοπρέπειας  του  Ανθρώπου,  γνωστή  ως  Σύμβαση  του  Oviedo,  η  οποία  κυρώθηκε  από  τον  ν.2619/1998  αποκτώντας  έτσι  κατά  το  αρ. 28 παρ. 1 Σύντ.  αυξημένη  τυπική  ισχύ.  Από  το  περιεχόμενο  της  Σύμβασης  αξιοσημείωτο  είναι  το  αρ. 5  που  ορίζει  ότι  επέμβαση  σε  θέματα  υγείας  προϋποθέτει  την  ελεύθερη  συναίνεση  του  ενδιαφερόμενου  προσώπου  κατόπιν  σχετικής  προηγούμενης  ενημέρωσής  του.  Βέβαια,  το  αρ. 26  της  ίδιας  Σύμβασης  προβλέπει  περιορισμό  στην  άσκηση  των  δικαιωμάτων  της  παρούσας  Σύμβασης  για  λόγους  δημόσιας  υγείας.  Ίδιο  είναι  και  το  πνεύμα  του  Κώδικα  Ιατρικής  Δεοντολογίας  ν.3418/2005  το  άρθρο  12 παρ. 1  του  οποίου   ρητά  προβλέπει  ότι  σε  περίπτωση  άρνησης  του  ασθενούς,  ο  ιατρός  οφείλει  να  απέχει  από  κάθε  ιατρική  πράξη.  Άλλωστε  θεμελιώδης  αρχή  του  σύγχρονου  δικαίου  της  υγείας  αποτελεί   η  αυτονομία  εκδήλωση  της  οποίας  είναι  η  προηγούμενη  συναίνεση  του  ασθενούς  για  οποιαδήποτε  ιατρική  πράξη.

          Από  την  συστηματική  προσέγγιση  και  ερμηνεία  των  παραπάνω  νομοθετικών  διατάξεων  καθίσταται  σαφές  ότι  η  καθιέρωση  γενικά  υποχρεωτικού  εμβολιασμού  υπό  τη  μορφή  φυσικού  καταναγκασμού  μάλλον  αντίκειται  στην  ελληνική  έννομη  τάξη.  Η  απάντηση  διαφέρει  ίσως  για  τον  εμμέσως  υποχρεωτικό  εμβολιασμό  ζήτημα  το  οποίο  δεν  θα  θίξουμε  στο  παρόν  άρθρο,  καθώς  αυτό  αποσκοπούσε  στο  να  δώσει  μια συνοπτική και  κατανοητή,  αλλά  συγχρόνως  επιστημονικά  πλαισιωμένη  και  τεκμηριωμένη  άποψη  για  το  ζήτημα  του  υποχρεωτικού  εμβολιασμού.  Προς  προϊδεασμό  των  αναγνωστών  το Συμβούλιο  της Επικρατείας  με την απόφαση  2387/2020  έκρινε  νόμιμη  την  διαγραφή  ανήλικης  από  παιδικό  σταθμό  επειδή  οι  γονείς  της   αρνούνταν  να  λάβει  το  παιδί  τα γενικά  εμβόλια.

*O Ευθύμιος Παπανικολάου είναι Ασκούμενος  Δικηγόρος ΔΣΘ

               

Δεν υπάρχουν σχόλια: