Του Θανάση Ζεκεντέ,
Οικονομολόγου – Δημοτικός Σύμβουλος Αταλάντης
Η κυβερνητική περίοδος της Νέας Δημοκρατίας 2004-09 θα μείνει στην ιστορία ως περίοδος εκποίησης κερδοφόρων - στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, όπως του ΟΤΕ, και της παραχώρησης σε ιδιώτες της εκμετάλλευσης των βασικών υποδομών της χώρας μας, όπως είναι οι αυτοκινητόδρομοι και τα λιμάνια. Με τις επιλογές της η Νέα Δημοκρατία αποδεικνύει ότι δεν αντιλαμβάνεται την αξία των υποδομών για την ανάπτυξη της χώρας. Η συνεχής αύξηση του κόστους μεταφοράς των προϊόντων και των εργαζομένων συνεπάγεται μείωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, πληθωρισμό και μείωση του πραγματικού εισοδήματος σε όφελος των εισηγμένων κατασκευαστικών εταιρειών.
Σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης που έχει υπογραφεί μεταξύ του ΥΠΕΧΩΔΕ και της εταιρείας που ανακατασκευάζει και συντηρεί το οδικό δίκτυο από την Αθήνα μέχρι τη Λαμία (Μεταμόρφωση Αττικής - Σκάρφεια Φθιώτιδας), η χρέωση των διοδίων θα γίνεται με το χιλιόμετρο και το κόστος του αντιτίμου διαμορφώνεται στα 0,031 ευρώ ανά χιλιόμετρο (το ποσό αυξάνεται κατά 19% λόγω της επιβολής ΦΠΑ). Δηλαδή η απόσταση Αθήνα-Λαμία μετ’ επιστροφής θα κοστίζει 11,50 ευρώ από 8,25 ευρώ που είναι σήμερα (αύξηση της τάξης του 45%). Η λογική των συμβάσεων παραχώρησης των αυτοκινητοδρόμων είναι ανταποδοτική, δηλαδή το κόστος του δρόμου πληρώνεται από τους χρήστες που είναι οι κάτοχοι αυτοκινήτων. Στην περίπτωση αυτή, καλό θα είναι να μας εξηγήσουν οι υπεύθυνοι της κυβέρνησης γιατί οι οδηγοί που ήδη πληρώνουν Φ.Π.Α. και τέλη ταξινόμησης με την αγορά των αυτοκίνητων τους, επιπλέον τέλη και τεκμήριο για αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, φόρους στα καύσιμα, τέλη κυκλοφορίας και τόσα άλλα, θα πρέπει να καταβάλουν και μέσω των διοδίων το κόστος της βασικής οδικής υποδομής, η οποία μέχρι σήμερα σε μεγάλο ποσοστό έχει κατασκευαστεί από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης και τις δημόσιες επενδύσεις. Άλλωστε, ακόμη και στις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών, το δημόσιο εξακολουθεί να καταβάλλει το 20% των ιδιωτικοποιημένων έργων που κατασκευάζονται, χωρίς πλέον να έχει κανένα όφελος, καθώς τα διόδια δεν εισπράττονται από το Τ.Ε.Ο. αλλά από τις ιδιωτικές εταιρείες.
Αξίζει να επισημανθεί ότι ειδικά στην περίπτωση της Εθνικής Οδού Αθηνών – Λαμίας, η αύξηση των διοδίων γίνεται προτού ολοκληρωθεί το έργο, σε αντίθεση με το τι συμβαίνει στην Εγνατία Οδό, όπου ακόμη δεν έχουν τοποθετηθεί διόδια. Καθημερινά χιλιάδες οδηγοί ταλαιπωρούνται στο ύψος της Υλίκης, όπου λειτουργεί μόνο ένα ρεύμα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση. Αυτό σημαίνει ότι επιβαρύνονται οι οδηγοί για έργα που δεν χρησιμοποιούν, προκαταβάλλοντας στην κατασκευαστική εταιρεία το κόστος του έργου. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στα Τέμπη, προκαλώντας εύλογα ερωτηματικά για το ποια ανταποδοτικότητα μιλάμε όταν καταβάλλεται διόδιο αλλά δεν υπάρχει ο αντίστοιχος δρόμος. Άρα η απάντηση στο τίτλο του άρθρου «Διόδια πληρώνουμε, δρόμους έχουμε;» είναι ότι διόδια πληρώνουμε, αλλά δρόμους δεν έχουμε.
Η λογική που έντεχνα το επικοινωνιακό επιτελείο του κ. Λούλη, του συμβούλου του Πρωθυπουργού, προσπάθησε να περάσει στην κοινή γνώμη τα τελευταία 5,5 χρόνια, ότι δηλαδή «όλοι το ίδιο είναι», διαψεύδεται στην πράξη. Η Νέα Δημοκρατία εφάρμοσε μια άκρως νεοφιλελεύθερη πολιτική που θα έχει αρνητικές επιπτώσεις τα επόμενα χρόνια στην ανάπτυξη των μεταφορών στην περιοχή μας καθώς το υψηλό κόστος των διοδίων θα λειτουργεί ως αντικίνητρο. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αλλάξει κατεύθυνση στο ζήτημα της κατασκευής, συντήρησης και εκμετάλλευσης των αυτοκινητοδρόμων. Με δεδομένο ότι οι συμβάσεις παραχώρησης έχουν υπογραφεί η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να επανεξετάσει τους όρους και τη διάρκεια των συμβάσεων αυτών. Οι αυτοκινητόδρομοι είναι εργαλείο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και όχι ευκαιρία δημιουργίας κερδών από ιδιωτικούς κατασκευαστικούς ομίλους.
Οικονομολόγου – Δημοτικός Σύμβουλος Αταλάντης
Η κυβερνητική περίοδος της Νέας Δημοκρατίας 2004-09 θα μείνει στην ιστορία ως περίοδος εκποίησης κερδοφόρων - στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, όπως του ΟΤΕ, και της παραχώρησης σε ιδιώτες της εκμετάλλευσης των βασικών υποδομών της χώρας μας, όπως είναι οι αυτοκινητόδρομοι και τα λιμάνια. Με τις επιλογές της η Νέα Δημοκρατία αποδεικνύει ότι δεν αντιλαμβάνεται την αξία των υποδομών για την ανάπτυξη της χώρας. Η συνεχής αύξηση του κόστους μεταφοράς των προϊόντων και των εργαζομένων συνεπάγεται μείωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, πληθωρισμό και μείωση του πραγματικού εισοδήματος σε όφελος των εισηγμένων κατασκευαστικών εταιρειών.
Σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης που έχει υπογραφεί μεταξύ του ΥΠΕΧΩΔΕ και της εταιρείας που ανακατασκευάζει και συντηρεί το οδικό δίκτυο από την Αθήνα μέχρι τη Λαμία (Μεταμόρφωση Αττικής - Σκάρφεια Φθιώτιδας), η χρέωση των διοδίων θα γίνεται με το χιλιόμετρο και το κόστος του αντιτίμου διαμορφώνεται στα 0,031 ευρώ ανά χιλιόμετρο (το ποσό αυξάνεται κατά 19% λόγω της επιβολής ΦΠΑ). Δηλαδή η απόσταση Αθήνα-Λαμία μετ’ επιστροφής θα κοστίζει 11,50 ευρώ από 8,25 ευρώ που είναι σήμερα (αύξηση της τάξης του 45%). Η λογική των συμβάσεων παραχώρησης των αυτοκινητοδρόμων είναι ανταποδοτική, δηλαδή το κόστος του δρόμου πληρώνεται από τους χρήστες που είναι οι κάτοχοι αυτοκινήτων. Στην περίπτωση αυτή, καλό θα είναι να μας εξηγήσουν οι υπεύθυνοι της κυβέρνησης γιατί οι οδηγοί που ήδη πληρώνουν Φ.Π.Α. και τέλη ταξινόμησης με την αγορά των αυτοκίνητων τους, επιπλέον τέλη και τεκμήριο για αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, φόρους στα καύσιμα, τέλη κυκλοφορίας και τόσα άλλα, θα πρέπει να καταβάλουν και μέσω των διοδίων το κόστος της βασικής οδικής υποδομής, η οποία μέχρι σήμερα σε μεγάλο ποσοστό έχει κατασκευαστεί από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης και τις δημόσιες επενδύσεις. Άλλωστε, ακόμη και στις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών, το δημόσιο εξακολουθεί να καταβάλλει το 20% των ιδιωτικοποιημένων έργων που κατασκευάζονται, χωρίς πλέον να έχει κανένα όφελος, καθώς τα διόδια δεν εισπράττονται από το Τ.Ε.Ο. αλλά από τις ιδιωτικές εταιρείες.
Αξίζει να επισημανθεί ότι ειδικά στην περίπτωση της Εθνικής Οδού Αθηνών – Λαμίας, η αύξηση των διοδίων γίνεται προτού ολοκληρωθεί το έργο, σε αντίθεση με το τι συμβαίνει στην Εγνατία Οδό, όπου ακόμη δεν έχουν τοποθετηθεί διόδια. Καθημερινά χιλιάδες οδηγοί ταλαιπωρούνται στο ύψος της Υλίκης, όπου λειτουργεί μόνο ένα ρεύμα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση. Αυτό σημαίνει ότι επιβαρύνονται οι οδηγοί για έργα που δεν χρησιμοποιούν, προκαταβάλλοντας στην κατασκευαστική εταιρεία το κόστος του έργου. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στα Τέμπη, προκαλώντας εύλογα ερωτηματικά για το ποια ανταποδοτικότητα μιλάμε όταν καταβάλλεται διόδιο αλλά δεν υπάρχει ο αντίστοιχος δρόμος. Άρα η απάντηση στο τίτλο του άρθρου «Διόδια πληρώνουμε, δρόμους έχουμε;» είναι ότι διόδια πληρώνουμε, αλλά δρόμους δεν έχουμε.
Η λογική που έντεχνα το επικοινωνιακό επιτελείο του κ. Λούλη, του συμβούλου του Πρωθυπουργού, προσπάθησε να περάσει στην κοινή γνώμη τα τελευταία 5,5 χρόνια, ότι δηλαδή «όλοι το ίδιο είναι», διαψεύδεται στην πράξη. Η Νέα Δημοκρατία εφάρμοσε μια άκρως νεοφιλελεύθερη πολιτική που θα έχει αρνητικές επιπτώσεις τα επόμενα χρόνια στην ανάπτυξη των μεταφορών στην περιοχή μας καθώς το υψηλό κόστος των διοδίων θα λειτουργεί ως αντικίνητρο. Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αλλάξει κατεύθυνση στο ζήτημα της κατασκευής, συντήρησης και εκμετάλλευσης των αυτοκινητοδρόμων. Με δεδομένο ότι οι συμβάσεις παραχώρησης έχουν υπογραφεί η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να επανεξετάσει τους όρους και τη διάρκεια των συμβάσεων αυτών. Οι αυτοκινητόδρομοι είναι εργαλείο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και όχι ευκαιρία δημιουργίας κερδών από ιδιωτικούς κατασκευαστικούς ομίλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου