Παρασκευή 18 Ιουλίου 2014

“Νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη”

Tου Σπύρου Βαζούρα*  


Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφεί σε αναλύσεις για την εσωτερική οπτική της ελληνικής κρίσης. Μια ιδιότυπη συμμαχία τραπεζιτών και κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών, χρηματιστών, επιδοτούμενων ΜΚΟ, φοροφυγάδων, «golden boys» και διεφθαρμένου πολιτικού προσωπικού ιδιοποιήθηκαν άμεσα ή έμμεσα, συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα το δημόσιο πλούτο. Την ίδια περίοδο η πολιτική ελίτ της χώρας, δίνοντας κάλυψη ή ανοχή στη λεηλασία αυτή, παρείχε έναν επίπλαστο αντικατοπτρισμό γενικευμένης ευημερίας σε υπολογίσιμες διαστρωματώσεις της ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλα, τη δική τους συνεισφορά διεκδικούν, η ιδιομορφία του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης και παραγωγής, το «μορφωτικό» έλλειμμα της πολιτικής ελίτ της χώρας, η υποχώρηση της Πολιτικής και η ασύμμετρη εκχώρηση εξουσιών σε οικονομικούς και επιχειρηματικούς κύκλους, η μετατροπή της Δημοκρατία μας από συμμετοχική σε τηλεοπτική, το πελατειακό σύστημα πολιτικής διακυβέρνησης, οι συντεχνιακές αντιλήψεις, οι παθογένειες του μεταπολιτευτικού κύκλου κ.α.
Σήμερα, ζούμε στον αστερισμό των μνημονίων που έχουν οδηγήσει την Πατρίδα και την Κοινωνία σε οριακές συνθήκες: συμβάσεις με όρους εθνο-αποικιακής εξάρτησης, ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου της μισθωτής εργασίας, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και απορρύθμιση του κοινωνικού κράτους, διεύρυνση κοινωνικών ανισοτήτων, αύξηση ανεργίας και φτώχειας, δημιουργία κυμάτων νεόπτωχων και αστέγων, αύξηση αυτοκτονιών, ατομική και συλλογική κατάθλιψη κ.α.

Από την άλλη πλευρά, από την οπτική της συστημικής κρίσης των οικονομιών της νότιας ευρωζώνης (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία) κύριο στοιχείο πολιτικού προβληματισμού αποτελεί ο ρόλος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και οι στρατηγικές της επιλογές μετά την πτώση του Τείχους και την κατάρρευση του σοβιετικού μοντέλου.

Ο κεντρικός πυρήνας της Σοσιαλδημοκρατίας περιέχει τη βασική θέση ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι ένα - ενδογενώς -προβληματικό σύστημα που στηρίζεται στην ελευθερία  των βασικών αγορών του χρήματος, της εργασίας και των ακινήτων. Δημιουργεί ενδογενείς κρίσεις όταν αφεθεί ανεξέλεγκτο προς κερδοσκοπία π.χ. η διάθεση χρήματος από τις τράπεζες, η εργασία αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα, η στέγη και η γη χτίζουν χρηματο-οικονομικές πυραμίδες. Αποτέλεσμα αυτών των ενδογενών κρίσεων είναι οι περίοδοι αυξημένης ανεργίας, φτώχειας, όξυνσης κοινωνικών ανισοτήτων.

Με κεντρική επιλογή τη χρήση των αστικο-δημοκρατικών θεσμών (εκλογές, κοινοβούλιο, κυβέρνηση) για τη πολιτική της δράση, η Σοσιαλδημοκρατία αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση με στόχευση την επιβολή κανόνων και ελέγχου ώστε  να σταθεροποιήσει το οικονομικό σύστημα και ιδίως τις αγορές του χρήματος, της εργασίας και των ακινήτων, να «ισορροπήσει» την κοινωνία, να φορολογήσει το κεφάλαιο για την δημιουργία και την χρηματοδότηση ενός ισχυρού δημόσιου προστατευτικού δικτύου υγείας, πρόνοιας, περίθαλψης, παιδείας, ασφάλισης για τις ασθενέστερες τάξεις.

Στην μεταπολεμική περίοδο, η Σοσιαλδημοκρατία σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιτυγχάνει, εφαρμόζοντας μια πολιτική αναδιανομής του πλούτου και περιορισμού των τριών προβληματικών αγορών χρήματος - εργασίας – ακινήτων, να δημιουργήσει αυτό που ιστορικά ονομάσθηκε Κοινωνικό Κράτος. Αποκτώντας και την ιδεολογική ηγεμονία καταφέρνει να κάνει ευρύτερα αποδεκτό το σοσιαλδημοκρατικό πλαίσιο πολιτικής συζήτησης, διεκδικήσεων και προτεραιοτήτων.
 Έχοντας την εμπειρία του κραχ του 1929 και υιοθετώντας περιοριστικούς όρους για τις τράπεζες ώστε να μην δημιουργούν παγκόσμιες «φούσκες», η Σοσιαλδημοκρατία αξιοποιώντας και το αντίπαλο σοβιετικό δέος, αντιμετωπίζει με επιτυχία επιμέρους κρίσεις και διατηρεί την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία μέχρι και την δεκαετία του 1980. Η σταδιακή ανάδυση του νεοφιλελευθερισμού (Βρετανία, ΗΠΑ) αλλά πολύ περισσότερο η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και του σοβιετικού μοντέλου ανάπτυξης οδηγούν τη Σοσιαλδημοκρατία σε δυσχερή θέση και μπροστά σε κρίσιμες επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα.
Στη φάση αυτών των κρίσιμων ιστορικών επιλογών (δεκαετία 1990)  η Σοσιαλδημοκρατία φαίνεται άτυχη, αφού στερείται ηγετικών φυσιογνωμιών πολιτικής εκπροσώπησης ενός Μπραντ (Γερμανία) ή ενός Πάλμε (Σουηδία). Οι Σοσιαλδημοκράτες επιλέγουν, τότε, μια συμμαχία με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και βέβαια τις καλές προσωπικές σχέσεις με τους τραπεζίτες και τους χρηματιστές. Προσβλέπουν στη ροή χρήματος που «δημιουργούν» οι τράπεζες και το χρηματοπιστωτικό σύστημα μετά την σταδιακή τους απελευθέρωση από τα κρατικά δεσμά για να χρηματοδοτήσουν το Κράτος Πρόνοιας. Έτσι, όμως, αφήνουν ανεξέλεγκτους βαθμούς ελευθερίας στις αγορές.
 Η ιδεολογική και πολιτική αυτή μεταστροφή υλοποιείται από τους Εργατικούς στη Βρετανία, το SPD στη Γερμανία, το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, το ισπανικό PSOE, τους γάλλους σοσιαλιστές και την ιταλική κεντροαριστερά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι Σοσιαλδημοκράτες μετατρέπονται σε πρωτοπόρους του  νεοφιλελευθερισμού !!
Αγνοούν την  ιστορική εμπειρία της ίδιας της Σοσιαλδημοκρατίας, πως οι αγορές χρήματος – εργασίας - ακινήτων, αν αφεθούν ελεύθερες δημιουργούν οικονομικές κρίσεις και κοινωνική βαρβαρότητα. Στο βωμό των καλών σχέσεων με τους ανθρώπους των χρηματαγορών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος αποτελούν πολιτικό μοχλό της νεοφιλελεύθερης  επέλασης. Έχοντας απωλέσει τα ηθικά και πολιτικά  τους πλεονεκτήματα, χάνουν σταδιακά και την εμπιστοσύνη των κοινωνικών δυνάμεων της εργασίας.

Στην Ελλάδα είναι η περίοδος του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, που αποτελεί τη κορωνίδα της νεοφιλελεύθερης και εθνομηδενιστικής μετάλλαξής του. Είναι η περίοδος των Ιμίων, της υπόθεσης Οτσαλάν, των S-300, του Χρηματιστηρίου, του σχεδίου Ανάν, των Ολυμπιακών Αγώνων.  Είναι μια διαδρομή που προετοίμασε την πολιτική και ιδεολογική αποδοχή των μνημονίων και οδήγησε στη σημερινή πολιτική του συρρίκνωση, αφού πρώτα σπατάλησε ανεπαίσχυντα το πολιτικό και κοινωνικό απόθεμα που του πρόσφερε απλόχερα η Ιστορία.

Μια σύγχρονη και γνήσια σοσιαλδημοκρατική πρόταση σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι σήμερα εφικτή;
O πλούτος της πολιτικής παρακαταθήκης της  Σοσιαλδημοκρατίας το επιτρέπει αρκεί τα πολιτικά υποκείμενα (κόμματα, συνδικάτα, ηγεσίες) να το τολμήσουν με ειλικρίνεια.  Θα μπορέσει να ανταποκριθεί στα νέα πολιτικά, κοινωνικά και γεω-οικονομικά δεδομένα, μόνο στο βαθμό που θα προσεγγίσει αυτοκριτικά την διαδρομή της τελευταίας 20ετίας και θα οριοθετήσει τις νέες πολιτικές της αναφορές με συνέπεια σε μια Κοινωνία Δικαιοσύνης και Αλληλεγγύης.



*Εκπαιδευτικός Π.Ε., πρώην Αιρετός ΠΥΣΔΕ και Πρόεδρος ΕΛΜΕ Ν. Βοιωτίας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου