Η
εξέλιξη του επιπέδου των τιμών στην αγορά, μέχρι σήμερα, δεν ικανοποιεί κανένα,
αφού επιδίωξη κάθε μικρομεσαίου εμπόρου είναι η φθηνή τιμή αγοράς και η
φθηνότερη τιμή πώλησης. Οι Έλληνες έμποροι είμαστε διπλά «αποδέκτες τιμών», ως προμηθευτές και ως καταναλωτές. Η εσωτερική
υποτίμηση όχι μόνο δεν κατάφερε, αλλά απέτυχε να μειώσει τις τιμές κυρίως σε
τρόφιμα και βασικά αγαθά, κάτι που το έχουμε όλοι ανάγκη.
Την
τελευταία τριετία οι τιμές τροφίμων και
αγαθών πρώτης ανάγκης δείχνουν «ακαμψία»,
η οποία οφείλεται αφενός στην απροθυμία
των μεγάλων και αφετέρου στην αδυναμία
των μικρών εμπόρων. Κάποιοι που μπορούν να μειώσουν τις τιμές δεν θέλουν και
κάποιοι που δεν μπορούν αναγκάζονται να το κάνουν, καταλήγοντας όμως στο ίδιο
λάθος και τη στρέβλωση των τιμών στην αγορά.
Η
αλήθεια είναι ότι υπάρχουν παράγοντες που το ελληνικό εμπόριο δεν μπορεί να
ελέγξει στην διαμόρφωση των τιμών, αλλά και ενέργειες που δεν έκανε με το σωστό
τρόπο, στο σωστό χρόνο. Όλοι αργήσαμε να
αντιδράσουμε στην ακρίβεια. Από το 2010 και μετά έπρεπε να αντιμετωπίσουμε
διαφορετικά τις εξελίξεις πριν φτάσουμε σε μείωση του εισοδήματος κατά 26%, σε
μείωση της κατανάλωσης κατά 27%, του ΑΕΠ κατά 23% και αντίστοιχα να μην
επιτρέψουμε την ακρίβεια στα τρόφιμα να διατηρηθεί με αυξήσεις τριετίας 3%.
Το γιατί
δεν πέφτουν οι τιμές, το ξέρουμε, το τι πρέπει να γίνει προς αυτήν την
κατεύθυνση, το γνωρίζουμε, αυτό όμως που αναζητούμε είναι τι μπορούμε να
κάνουμε και με ποιο τρόπο, ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα. Αναφορικά με τα ελληνικά
προϊόντα και το κίνημα «καταναλώνω ό,τι
παράγω», που ιδρύσαμε όλοι οι φορείς θα πρέπει να αναρωτηθούμε: Πόσο
αυξήσαμε την αγροτική μας παραγωγή το διάστημα της τριετούς μνημονιακής
περιόδου;
Η
αρνητική μεταβολή των λιανικών πωλήσεων κατά την διάρκεια της φετινής
καλοκαιρινής περιόδου παρουσίαζε συνεχείς εναλλαγές ταχύτητας και «πολυζωνικότητα», διατηρώντας, ωστόσο,
το αρνητικό της πρόσημο, δυστυχώς και πάλι, σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, παρά τα
ελκυστικά ποσοστά των εκπτώσεων και τις χαμηλές τελικές τιμές, κυρίως σε ένδυση
και υπόδηση.
Η
αυξημένη κίνηση από την αυξανόμενη τουριστική κίνηση ωφέλησε τελικά τα εμπορικά
καταστήματα λιανικής κυρίως στις τουριστικές περιοχές της χώρας και αυτό
φαίνεται ξεκάθαρα από τις αγορές των δημοφιλών νησιωτικών προορισμών. Σύμφωνα
με τα τελευταία στοιχεία του οκταμήνου φαίνεται να μην μπαίνει ούτε φέτος «φρένο» στην «κατρακύλα» του λιανικού εμπορίου και στην «καθίζηση» των λιανικών πωλήσεων κατά τουλάχιστον 20%.
Η πορεία
του Γενικού Δείκτη Κύκλου Εργασιών στο λιανικό εμπόριο, όπως καταγράφηκε από
την ΕΛΣΤΑΤ, κυμάνθηκε το τρίμηνο Μαΐου-Ιουλίου στα, μέχρι σήμερα, υψηλότερα
επίπεδα του έτους, επιβεβαιώνοντας έτσι τα πρώτα σημάδια επιβράδυνσης της
πτωτικής πορείας του τζίρου στο λιανεμπόριο. Παραταύτα, η μηνιαία μεταβολή του
τζίρου δεν παρουσίασε την ίδια περιορισμένη μείωση τον Αύγουστο, προκαλώντας
εύλογη απογοήτευση σε όλους.
Αντίστοιχα,
και παρά το γεγονός ότι ο δείκτης όγκου παρουσίασε φέτος μικρότερη μείωση από πέρυσι,
η υποτονική κίνηση των εμπορικών καταστημάτων εκφράζεται, κατά κύριο λόγο, από
τη μηνιαία αυξομείωση του τζίρου σε όλες, ανεξαιρέτως, τις κατηγορίες της
εμπορικής δραστηριότητας.
Το
λιανικό εμπόριο όντως είχε ξεχωριστές προσδοκίες από τις φετινές θερινές
εκπτώσεις, που θα μπορούσαν να δώσουν
στις επιχειρήσεις μία ανάσα ζωής μέσα στην βαθύτατη κρίση. Τη στιγμή μάλιστα
που οι εμπορικές επιχειρήσεις είναι βέβαιο ότι εξάντλησαν όλα τα διαθέσιμα
περιθώρια για την καλύτερη τιμολόγηση και χαμηλότερη τελική τιμή πώλησης των
προϊόντων που προσέφεραν.
Η
περίοδος των θερινών τακτικών εκπτώσεων τελικά δεν εξελίχθηκε σε «προπομπό» σταθεροποίησης της
μειούμενης κατανάλωσης στην αγορά. Ο εμπορικός κόσμος παρά τη μείωση του τζίρου
στο λιανεμπόριο από την αρχή του χρόνου συνεχίζει να ελπίζει σε ένα «φρένο» της πτώσης του, κυρίως λόγω της
μεγάλης μείωσης των τιμών τριετίας σε ένδυση και υπόδηση από 28-37%.
Οι
καλοκαιρινές πωλήσεις των καταστημάτων και ιδιαίτερα κατά την διάρκεια των
θερινών εκπτώσεων κινήθηκαν με αρνητικό πρόσημο, αλλά με ελάχιστα μικρότερο
ποσοστό μείωσης. Πιο συγκεκριμένα, η εικόνα της κίνησης της καλοκαιρινής αγοράς
και των εκπτώσεων δεν ήταν ίδια σε όλες τις περιοχές της χώρας. Μπορούμε με
σχετική ασφάλεια να διακρίνουμε τέσσερις
γεωγραφικές ζώνες ή «ταχύτητες» κατανάλωσης.
Στην
πρώτη, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα,
καταγράφεται μια σταθερή μείωση της τάξεως του 15-20%. Στη δεύτερη στην ηπειρωτική
χώρα, μια μέση μείωση 25-35%.
Και δυστυχώς στις παραμεθόριες ακριτικές περιοχές
μια καταλυτική και μεγάλη μείωση 40-60%.
Οριακή μείωση 5-10% παρατηρήθηκε
στις περισσότερες νησιωτικές περιοχές
και σαφής σταθεροποίηση του τζίρου στα περυσινά επίπεδα σε δημοφιλείς
τουριστικούς προορισμούς.
Παρόλα
αυτά, είναι κρίσιμο να σημειώσουμε ότι σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο
των εκπτώσεων 2012 όπου ο μέσος όρος μείωσης σε σύγκριση με το 2011 κυμάνθηκε
στο -29%, οι φετινές εκπτώσεις παρουσίασαν οριακή βελτίωση, καταγράφοντας
χαμηλότερο μέσο όρο μείωσης -25%.
Το
Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ σύμφωνα με εκτιμήσεις τοπικών
Εμπορικών Συλλόγων κατέγραψε αναλυτικά στον πίνακα που επισυνάπτεται την φετινή
καλοκαιρινή πορεία της αγοράς και κυρίως της περιόδου των θερινών εκπτώσεων σε 82 περιοχές της χώρας, επιβεβαιώνοντας
τα λίγο χαμηλότερα από πέρυσι επίπεδα αρνητικής μεταβολής.
Η ΕΣΕΕ εύχεται καλό αποκαλόκαιρο σε
όλους και υπενθυμίζει στους καταναλωτές ότι το τέλος των καλοκαιρινών εκπτώσεων
ακολουθεί πάντα ένα πολύ ενδιαφέρον 10ήμερο φθινοπωρινών προσφορών!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου