Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Η “δημιουργική ασάφεια” στη Δημόσια Εκπαίδευση

Γράφει ο Σπύρος Βαζούρας, Αντιπρόεδρος Δ.Σ. Συλλόγου Εκπ/κών Π.Ε. Λιβαδειάς

Η «δημιουργική ασάφεια» της συμφωνίας στο Eurogroup για την παράταση της δανειακής σύμβασης φαίνεται πως – εκτός από το να αποτελεί μέτρο εκτίμησης για το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης ή ακόμα περισσότερο μέτρο κατανόησης της κυβερνητικής αλλαγής που συντελέσθηκε την 25η  Γενάρη - έχει άμεσες επιπτώσεις σε κάθε πτυχή του πρώιμου κυβερνητικού σχεδιασμού.

Έτσι, μια ισχυρή δόση «δημιουργικής ασάφειας» διαπιστώνεται και στο χώρο της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Μέσα στην τρέχουσα εβδομάδα ολοκληρώθηκε ο πρώτος κύκλος συναντήσεων της νέας πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων με τις εκπαιδευτικές ομοσπονδίες (ΟΛΜΕ και ΔΟΕ).
Για τις συναντήσεις αυτές, από τη μια πλευρά το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ (Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης) δεν κατάφερε καν να εκδώσει κοινή ανακοίνωση για την εκτίμηση και τα συμπεράσματα (μέχρι τη στιγμή τουλάχιστον που γράφεται το παρόν κείμενο) λόγω των εσωτερικών συσχετισμών του ενώ  από την άλλη πλευρά το Δ.Σ. της ΔΟΕ (Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας) εκτίμησε ότι «τα αποτελέσματα της συνάντησης δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες, τις προσδοκίες και το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης».

Όσοι διατυπώναμε στις αρχές του Γενάρη προς τα νυν κυβερνητικά συνδικαλιστικά στελέχη την άποψη ότι «οι εκλογές είναι πολύ νωρίς και έχετε προετοιμαστεί πολύ λίγο» είχαμε βασικά κατά νου την κεντρική πολιτική σκηνή και λιγότερο τις επιμέρους θεματικές πολιτικές. Σήμερα διαπιστώνουμε, όμως, ότι η προετοιμασία υπήρξε ανεπαρκής και στα δύο.  Η γνωστή και μονότονη επωδός πως «η χώρα δεν αντέχει άλλο μνημόνιο» μπορεί να υπήρξε επαρκές αντιπολιτευτικό σύνθημα αλλά δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για παραγωγή πολιτικής.

Πιο συγκεκριμένα, στη συνάντηση του Δ.Σ. της ΔΟΕ με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας καταγράφηκαν εκφράσεις καλής θέλησης και διαπιστώσεις για συμφωνία απόψεων. Καλές προθέσεις οι οποίες, όμως,  δεν οδήγησαν στις επιζητούμενες απαντήσεις που θα έδιναν βαθιά ανάσα σε έναν εργασιακό κλάδο που έχει ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα από τις μνημονιακές πολιτικές και τις αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας τα προηγούμενα χρόνια.
Ενώ καταγράφηκε η πρόθεση επίλυσης των προβλημάτων της εκπαίδευσης αποτυπώθηκαν παράλληλα, απόλυτα και ανελαστικά, οι αρχικοί περιορισμοί που αντιμετωπίζει η πολιτική ηγεσία στην άσκηση του έργου της (πόροι, εργασιακές θέσεις, status απασχόλησης) καθώς και η σκληρή οικονομική συγκυρία του τετραμήνου που διανύουμε.

Ειδικότερα και ενδεικτικά, για το θέμα των δαπανών και των επενδύσεων για την Παιδεία καθώς και για το ζήτημα της μισθολογικής και βαθμολογικής εξέλιξης των εκπαιδευτικών η απάντηση κινήθηκε στο πλαίσιο ότι δεν είναι δυνατή η οποιαδήποτε κίνηση που θα έχει οικονομικό κόστος εξ’ αιτίας των υφιστάμενων περιορισμών της οικονομικής πολιτικής.
Στο ίδιο μήκος κύματος  υπήρξε και η απάντηση στο αίτημα της ΔΟΕ για την κάλυψη των χιλιάδων κενών θέσεων εκπαιδευτικών καθώς η πολιτική ηγεσία δεν έχει ακόμα εικόνα του αριθμού των διορισμών -από τις 15.000 θέσεις συνολικά που προβλέπεται για όλο το δημόσιο τομέα- που αντιστοιχούν στην Εκπαίδευση και δεν ανέλαβε καμία δέσμευση ούτε για τον αριθμό, ούτε για τον τρόπο και το χρόνο πραγματοποίησης της κάλυψής τους.

Αντίθετα, δεσμεύτηκε για την κατάργηση του θεσμικού πλαισίου της αξιολόγησης - χειραγώγησης  που θα αποτυπωθεί σε πολυνομοσχέδιο για την Παιδεία ενώ η συζήτηση για την αξιολόγηση - αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου μετατέθηκε σε επόμενο χρονικό στάδιο. Δεσμεύτηκε, επίσης, για την άμεση αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου στο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων  με την αποκατάσταση του τεκμηρίου της αθωότητας και την κατάργηση της ποινικοποίησης της συνδικαλιστικής και κοινωνικής δράσης καθώς οι σχετικές διατάξεις του μνημονιακών νόμων αποτελούν ευθεία προσβολή του νομικού μας πολιτισμού και  της κοινής λογικής.
Δεν δόθηκε καμία απάντηση ή κάποιο προσχέδιο για τα θέματα της υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής ή το ζήτημα της Ειδικής Αγωγής και τη σημαντική ανάγκη θεσμοθέτησης πλαισίου που θα δημιουργεί τις συνθήκες για την ένταξη στο Δημόσιο Σχολείο όλων των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.  
Στο επίκεντρο μιας κριτικής προσέγγισης του “πρώιμου” κυβερνητικού σχεδιασμού στο χώρο της Δημόσιας Εκπαίδευσης  βρίσκεται η  «δημιουργική ασάφεια» του.
Η ανάκτηση ενός παραγωγικού βηματισμού που θα υπερβαίνει αυτή τη «δημιουργική ασάφεια» και θα επιτρέψει στο Υπουργείο Παιδείας την υλοποίηση του όποιου κυβερνητικού σχεδιασμού, αποτελεί αναγκαίο και σημαντικό παράγοντα πολιτικής αξιοπιστίας.  
Είναι κατανοητό ότι ο βηματισμός αυτός συνδέεται από την μια πλευρά, κατά  ένα σημαντικό μέρος με τις οικονομικές δεσμεύσεις και τους περιορισμούς της τρέχουσας συμφωνίας παράτασης της δανειακής σύμβασης για το πρώτο κυβερνητικό τετράμηνο τουλάχιστον.

 Από την άλλη πλευρά, όμως, μια σειρά αναγκαίων εκπαιδευτικών πολιτικών πρέπει και μπορούν να αναπτυχθούν - ανεξάρτητα - αφού σε καμιά περίπτωση δεν είναι δυνατό να υποτεθεί ότι εντάσσονται στις “απαγορευμένες μονομερείς ενέργειες”. Η δεύτερη αυτή κατηγορία θεσμικών δράσεων μπορεί να δώσει τις απαραίτητες ανάσες τόσο στο χώρο της Δημόσιας Εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών όσο και στην ίδια την Κυβέρνηση κερδίζοντας χρόνο, ανοχή και εμπιστοσύνη.   

Δεν υπάρχουν σχόλια: