Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

Η μελέτη αλλά και η σύλληψη του οράματος του αρχιτέκτονα κ. Θέμη Μπιλή για το Αρχαίο Θέατρο Ορχομενού






Κυρίες και κύριοι,
Είναι ιδιαίτερη η χαρά μου που μου ξαναδίδεται η ευκαιρεία να παρουσιάσω την μελέτη αναστήλωσης του αρχαίου θεάτρου της πόλης σας.
Στον τόπο αυτό τις ημέρες που εργάστηκα ένοιωσα την θερμή φιλοξενεία και αφουγκράστηκα την αγωνία του κόσμου για την τύχη των μνημείων του γενικά και ειδικά την αγωνία για την τύχη του θεάτρου. Με αφορμή την συγκεκριμένη μελέτη είχα την τύχη να «συστρατευτώ» κατά καποιο τρόπο στο όραμα της ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου που έθεσε η κοινωνία και οργάνωσε το «Διάζωμα».
Για όλη αυτή την μοναδική εμπειρία οφείλω ευχαριστίες σε σας τους κατοίκους του Ορχομενού καθώς επίσης στους χορηγούς, τον περιφερειάρχη, τα στελέχη του ΥΠΠΟ και τα άτομα του Διαζώματος με τους οποίους είχα μια γόνιμη συνεργασία.
Η παρουσίαση φιλόδοξων – οραματικών θα έλεγα – αρχιτεκτονικών έργων προσκρούει συνήθως σε ενδόμυχες αναντανακλαστικές σκέψεις.  
Ένα πρώτο ερώτημα αποτελεί το εάν είναι εφικτά όλα αυτά που βλέπουμε σε σχέδια και απεικονίσεις.
Είχα την τύχη να μελετήσω και να δω να ολοκληρώνονται οραματικές προτάσεις που στην αρχή φάνταζαν εντελώς ανέφικτες. Αναφέρομαι, για παράδειγμα, στην αναστήλωση ενός αρχαίου ναού στο Αιγαίο σε τόπο που δεν υπήρχε και δεν υπάρχει καν οδική πρόσβαση.  Το ανέφικτο, λοιπόν, γίνεται εφικτό όταν οργανωτικά υπάρχει θέληση. Μέχρι τώρα οργανωτικά το Διάζωμα κινήθηκε δραστήρια και αποτελεσματικά και καρπός της εργασίας του είναι ότι παρακολουθούμε σήμερα.   Ακόμα και μόλις πρόσφατα, η εκπόνηση των μελετών που για κάποιους ήταν μια ουτοπία τώρα είναι πραγματικότητα.



Άλλη μια αντανακλαστική σκέψη είναι η εξής :
Μήπως υπάρχουν άλλες σπουδαιότερες ανάγκες από τις αναστηλώσεις για μια κοινωνία και έναν τόπο που μαστίζεται από μεγάλα κοινωνικά προβλήματα (αναφέρομαι κυρίως στην ανέχεια και στην εγκληματικότητα) ;;
Ο αντίλογος βρίσκεται στην εξής σκέψη:
Τα όποια προβλήματα δεν πρέπει να αποκλείουν το όνειρο για βελτίωση της ζωής και βελτίωση της ζωής σημαίνει πολιτιστική και πνευματική ανάταση. Τα μνημεία όλων των εποχών παίζουν κεντρικό ρόλο σε ένα λαό που διαχειρίζεται έναν πλούσιο σε ιστορία τόπο και μέσω αυτού αναζητά ταυτότητα και αύριο.
Θυμίζω ότι ο Κοραής ήδη πριν την απελευθέρωση της χώρας διατυπώνει ένα θεωρητικό πλαίσιο για τη διαφύλαξη «των προγονικών (όπως ανέφερε) κτημάτων» και μόλις το 1834 ψηφίζεται ο πρώτος αρχαιολογικός νόμος και αρχίζουν αναστηλωτικά έργα στην Ακρόπολη των Αθηνών.  Η αναζήτηση, λοιπόν, της πολιτιστικής ταυτότητας μέσω των μνημείων δεν έπαψε ούτε ποτέ πρέπει να πάψει να συμβαίνει γιατί το όνομα Έλληνας αποτελεί καθημερινή έμπρακτη απόδειξη και όχι κληρονομικό δικαίωμα.

Η παρουσίαση της μελέτης διαρθρώνεται σε δύο μέρη :
Στο πρώτο μέρος θα παρουσιαστεί το μνημείο και στο δεύτερο μέρος θα παρουσιαστεί η πρόταση της αποκατάστασης. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά αφού οι αναστηλώσεις είναι νέες συνθέσεις μέσα στο ισχυρό δεσμευτικό πλαίσιο που διαμορφώνει το ίδιο το μνημείο. 
Τρία είναι τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν ταυτόχρονα τα πρόβλήματα, τις προκλήσεις ή τα ερωτήματα τα οποία έπρεπε να αντιμετωπίσει η συγκεκριμένη μελέτη.
1.         Πρώτο χαρακτηριστικό. Η περιοχή ευρύτερα αλλά και το ίδιο μνημείο διαθέτει μεγάλο ιστορικό βάθος
·           Μνημεία κομβικής σημασίας για την ιστορία της αρχαίας και βυζαντινής αρχιτεκτονικής συνθέτουν  ένα διάλογο συνέχειας ιστορίας και πολιτισμού.
·           Ιδίως στο θέατρο ερείπια διαφορετικών εποχών συνθέτουν ένα παλίμψηστο φάσεων και χρήσεων του χώρου. Εντός του κοίλου βρίσκονται μυκηναϊκοί τάφοι που έχουν αποδώσει σημαντικά ευρήματα που κοσμούν σήμερα το μουσείο της Θήβας.
Προκύπτει, λοιπόν, το ζήτημα πως αναστηλώνουμε το θέατρο όταν σώζονται στην ίδια θέση διαφόρων εποχών μνημεία. 

2.         Δεύτερο χαρακτηριστικό. Το μνημείο σώζεται σε κακή κατάσταση διατήρησης. Ανήκει στη κατηγορία των άτυχων μνημείων της αρχαιότητας. Για παράδειγμα, οι αναλημματικοί τοίχοι έχουν απολέσει το 90 % των λίθων τους ή από όλο το κοίλο μόνο λίγα σπαράγματα θραυσμάτων εδωλίων έχουν σωθεί εδώ και εκεί. Η εύκολη πρόσβαση και η έντονη δραστηριότητα την περίοδο του Μεσαίωνα είχαν ως αποτέλεσμα την συστηματική αρπαγή των λίθων του μνημείου.
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: τι αναστηλώνουμε από το θέατρο.

3.         Τρίτο χαρακτηριστικό. Αποτελεί πρόσφατο εύρημα. 
·           Όταν έλαβαν χώρα τα μεγάλα ανασκαφικά προγράμματα του Schliemann το θέατρο ήταν θαμμένο κάτω από βαθιά επίχωση. Η αποκάλυψη του θεάτρου έγινε μόλις τη δεκαετία του 70 με δημοσιευμένες ελάχιστες ανασκαφικές αναφορές και φωτογραφίες. 
·           Το 1997 από την τοπική εφορεία διενεργήθηκε ανασκαφή τα πορίσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στο Αρχαιολογικό Δελτίο σε ένα σύντομο άρθρο.
 Όλα αυτά απείχαν από αυτό που άξιζε το μνημείο: μια συστηματική έρευνα.
Προκύπτει, λοιπόν, αυτομάτως, το θέμα κατά πόσο είναι εφικτή μια αναστήλωση όταν το κενό της γνώσης του χώρου είναι τόσο μεγάλο.

Από την κατάσταση αυτή, φάνηκε, ότι κατά τη σύνταξη της μελέτης έπρεπε να ανταποκριθούμε άμεσα και με πληρότητα σέ όλα τα θέματα αναπαραστάσεων ενός απαιτητικού και πολύπλοκου μνημείου.
Έπρεπε λοιπόν να παραχθεί όχι μια επικαιροποίηση παλαιότερων σχεδίων και αναπαραστάσεων αλλά αμιγές πρωτότυπο και πρωτογενές υλικό που να συμβάλλει στη μελέτη της ιστορικής εξέλιξης της μνημειακής τοπογραφίας του Ορχομενού.

Πριν από τη υπογραφή της σύμβασης της μελέτης και πριν εκτελεστούν οι εργασίες καθαρισμού του μνημείου καθορίστηκε ένα προγραμματικό πλάνο που έγινε με σκοπό την παρουσίαση του σε σχετική ημερίδα στους Δελφούς το 2011. Στα δύο σκίτσα  που παρουσιάστηκαν τότε φαίνονται οι  βασικές αρχικές προθέσεις.  Η διερεύνυση αυτή μέσω απρόβλεπτων διαδρομών, αλλού προσαρμόστηκε και αλλού τελειοποιήθηκε. Από τότε, όμως,  διαπιστώθηκε η αναγκαιότητα διεύρυνσης  των ασφυκτικών ορίων του αρχαιολογικού χώρου και της μετατόπισης της υφιστάμενης αμαξωτής οδού ζήτημα που εναρμονιζόταν έτσι και αλλοιώς με τις απόψεις του καταξιωμένου αρχιτέκτονα Δ. Διαμαντόπουλου που ήδη εργαζόταν για την πολεοδομική μελέτη.






Η εκπόνηση της μελέτης ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2012.
Για να διενεργηθεί όμως η αποτύπωση έπρεπε να προηγηθούν καθαρισμοί και μικρής έκτασης αρχαιολογικές έρευνες. Οι εργασίες αυτές χρηματοδοτήθηκαν από την περιφέρεια και ολοκληρώθηκαν το Νοέμβριο του 2012.
Οι απαιτούμενες εργασίες  είχαν ήδη αποφασιστεί και προγραμματιστεί από το 2011 με τους αρμόδιους φορείς μαζί με τον καθ. Πέτρο Θέμελη, στον οποίο οφείλω ευχαριστίες για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε τόσο σε αυτό το θέμα όσο και στο παρελθόν.
Παράλληλα με τις ανασκαφικές εργασίες η ομάδα μας ξεκίνησε την καταγραφή και την αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης και των 267 διασπάρτων μελών. Όπου ήταν δυνατό δίναμε κάποιες κατευθύνσεις στις σποραδικές και μικρής κλίμακας ανασκαφικές τομές με σκοπό την αποσαφήνιση των κατασκευών. Η επικοινωνία και συνεργασία σε αυτό το στάδιο της μελέτης τόσο με το προσωπικό της εφορείας όσο και με τις αρχαιολόγους Όλγα Κυριαζή και την Γαρυφαλιά Κίτσου καθώς και με τους φύλακες ήταν υποδειγματική και γιαυτό τους ευχαριστώ ιδιαίτερα. Η επικοινωνία και η εμπιστοσύνη μεταξύ των εμπλεκομένων πάντα παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της επιτυχίας του τελικού αποτελέσματος είτε αυτό αφορά μια μελέτη είτε την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου αρχιτεκτονικού έργου.
Με το πέρας της έρευνας ήμασταν σε θέση να ταξινομήσουμε χρονολογικά όλα τα ερείπια που καταλαμβάνουν το χώρο του θεάτρου. Ταφές από το 16ο αι. π. Χ. (κιβωτιόσχημοι – θαλαμοειδείς τάφοι), θέατρο με μετασκευές που έφτασαν και τον 3ο αι. μ.Χ. Το φαινόμενο της αλλαγής από μυκηναϊκό νεκροταφείο σε θέατρο αποτελεί μια σπάνια  περίπτωση σε διεθνές επίπεδο.
Εξαιτίας της πολυπλοκότητας του θέματος και αξιολογώντας τα δεδομένα του μνημείου που αποκαλύφθηκαν μετά τις εργασίες καθαρισμού καταρτίσαμε ένα πρόγραμμα παραγωγής σχεδίων που τελικά ξεπερνούσε τις απόλυτα «συμβατικές» μας υποχρεώσεις. Προτεραιότητα μας ήταν να υπάρχει μια προσεκτική και όσο το δυνατόν πιο περιγραφική παρουσίαση του περίπλοκου όπως εξελίχθηκε, τελικά, θέματος. Χαρακτηριστικά αναφέρω μόνο ότι εκπονήθηκαν, τελικά, 11 αρχιτεκτονικές τομές στο κοίλο αντί για 4. 

Η αποτύπωση έγινε σε μεγάλα σχέδια λίθο λίθο τα οποία σχεδιάζονταν επιτόπου. Η επιτόπια εργασία είναι υπερπολύτιμη όταν εκπονούμε μελέτη αποκατάστασης για ένα μνημείο είτε αυτό είναι αρχαίο, είτε είναι βυζαντινό, είτε ακόμα και νεώτερο.
Για παράδειγμα, ένα απόγευμα διακρίναμε ίχνη στους λίθους που εξήγησαν και το αινιγματικό σημείο της παράξενης συμβολής των κατασκευών στο νότιο μέρος του θεάτρου.  Εκεί υπάρχει ένα αρχαίο λατρευτικό κτήριο η μορφή του οποίου είναι σήμερα υποθετική αλλά στο μέλλον με τη συνέχεια του έργου μπορεί να αποσαφηνιστεί ακόμα καλύτερα και να εμπλουτίσει σημαντικά  την τελική εικόνα του αρχαιολογικού πάρκου. Το κτήριο αυτό λόγω της λατρευτικής του χρήσης, φαίνεται ότι καθόρισε την εξέλιξη του χώρου, φαινόμενο που παραπέμπει ευθέως στον αρχαϊκό ναό του Διονύσου στην Αθήνα.

Με την μελέτη αποσαφηνίστηκε η αρχιτεκτονική μορφή και η δομή του μαρμάρινου θεάτρου.
Το κοίλο εδραζόταν εν μέρει πάνω σε βράχο και εν μέρει πάνω σε επίχωμα. Τα εδώλια ήταν τοποθετημένα πάνω σε μαρμάρινους κρατευτές. Μεταξύ των κρατευτών ενδιάμεση λιθοδομή στερέωνε το σύστημα. Τα εδώλια διέθεταν διακοσμημένα πέρατα σε κάθε σειρά εκδηλώνοντας μια πρωτοφανή, θα έλεγα, πολυτέλεια.
Τα εδώλια ήταν δύο τύπων. Με κοίλη και με απλή διαμόρφωση της επιφάνειας του καθίσματος. Το μαρμάρινο θέατρο, που αντικατέστησε πρωιμότερο που αναφέρεται σε χρήση ήδη τον 4ο αι. π.Χ. είναι όψιμης ελληνιστικής εποχής. Με τα στοιχεία που εμφανίζει το αποσπασματικά σωζόμενο ερείπιο του περιμετρικού αναλημματικού τοίχου ήταν εκτιμούμενης χωρητικότητας 5000 θεατών. Το σκηνικό οικοδόμημα που παρουσίαζει μια αλληλουχία 4 φάσεων εκτιμάται ως τριώροφο στη τελική του μορφή και παρόλη την μετεξέλιξη του, φαίνεται ότι διατήρησε τον ελληνικό του χαρακτήρα. Η διακοσμητική διάθεση που κυριαρχεί παραπέμπει σε θέατρα της Μικράς Ασίας. Εκτός από την πιστοποιημένη εισαγωγή μικρασιάτικων προτύπων στην αρχιτεκτονική των θεάτρων που συμβαίνει τον 2ο αι. π.Χ., η κοινή καρική καταγωγή της κατοίκων της Θήβας και της Πριήνης, που είχε συντηρηθεί για λόγους πολιτικών επιρροών ίσως εκφράζει μια πολυεπίπεδη επαφή του Βοιωτικού χώρου με τη Μικρά Ασία που πιθανά επηρέασε την αρχιτεκτονική έκφραση του θεάτρου.
Αλλά ας γυρίσουμε στο σήμερα και στο αύριο.
Το κυριότερο πρόβλημα του χώρου είναι η ασάφεια που προκαλεί μια δυσνόητη εικόνα ακόμα και για τους ειδικούς. Εκλείπει εντελώς η γεωμετρία του θεάτρου και είναι ακατανόητη η συμπλοκή των ερειπίων των διαφορετικών εποχών.
Στόχος της πρότασης ήταν η αναστήλωση μέρους του θεάτρου με αρμονική συνύπαρξη ερειπίων διαφόρων εποχών χωρίς όμως να προκαλείται ασάφεια στο τελικό αποτέλεσμα.  Μια ομάδα 33 εργασιών επιστρατεύονται με σκοπό τη ριζική αλλαγή του μνημείου έτσι ώστε να έχει στο μέλλον τις προϋποθέσεις να γίνει ένας χώρος ενταγμένος πλήρως στη καθημερινή ζωή των πολιτών, πολυδιάστατος και πολυλειτουργικός, σύμφωνα, πάντα, με τις σύγχρονες απόψεις περί διαχείρισης των μνημείων.

Η προβλεπόμενη αναστήλωση εγκαθιστά ένα διάλογο εποχών, φωτίζοντας την εξέλιξη της μνημειακής τοπογραφίας της θέσης. Τμήμα του νεκροταφείου διατηρείται αναδεικνύοντας το μυκηναϊκό περιεχόμενο του χώρου.
Η απόφαση αυτή συνδέει με έναν ισχυρό μίτο νοηματικής και ουσιαστικής συνέχειας τη θέση του θεάτρου με τον τάφο του Μινύα.
Η αντιμετώπιση αυτή είναι συνεπής, έτσι και αλλιώς με τη λογική του αρχαιολογικού πάρκου.
Εκεί που κρίθηκε απαραίτητο για λόγους δηλωτικούς των βασικών μεγεθών και της κλίμακας της κατασκευής (πρώτες σειρές εδωλίων, γωνία αναλημματικών τοίχων, τοίχος σκηνικού οικοδομήματος) το αναστηλωτικό πρόγραμμα είναι τολμηρό.
Στην υπόλοιπη του έκταση, εκεί που δεν είναι τόσο απαραίτητο, προτείνονται είτε ηπιότερες δράσεις (αναστήλωση λιθοδομών έδρασης εδωλίων) είτε ακόμα προτείνεται περιοχές του μνημείου να διατηρηθούν ως έχουν.
Το κοίλο διαχωρίζεται σε δύο ζώνες.
Στη πρώτη ζώνη την εγγύτερη στη ορχήστρα διαμορφώνεται η δράση ορίζεται με αναστηλωτικούς όρους.
Σε μια άλλη δεύτερη ζώνη διαμορφώνεται το έδαφος με επιχώσεις έτσι ώστε να αποδοθεί κατά το μέτρο του δυνατού η γεωμετρία της κατασκευής. Προτείνονται τμηματικές επιχώσεις που επουλώνουν τις τομές των παλαιών ανασκαφών που καταστρέφουν τη συνέχεια του χώρου και την κατανόηση της κλίμακας. Εδώ η δράση ορίζεται με όρους διαμόρφωσης τοπίου.
Γραμμικοί διάδρομοι ακτινωτά διατεταγμένοι και  ένας περιμετρικός που τοποθετούνται σε ομόλογες θέσεις της αρχικής κατασκευής, θέτουν τα όρια της έτσι ώστε να γίνει κατανοητή η κλίμακα του μνημείου.
Στο βόρειο τμήμα του κοίλου διατηρείται ως έχει τμήμα του μυκηναϊκού νεκροταφείου σε μορφή ανοικτού ανασκαφικού ορύγματος. Τα όρια του εναι αυστηρά έτσι ώστε να διαχωρίζονται με σαφήνεια από τις γραμμές του θεάτρου.
Στη πρώτη ζώνη την εγγύτερη στη ορχήστρα
Συμπληρώνονται τα ερεισείνωτα των προεδριών και ανακατασκευάζονται με νέο μάρμαρο οι πρώτες σειρές των εδωλίων. Για αύξηση της χωρητικότητας και για την στερέωση των χωμάτινων πρανών αναστηλώνονται οι λιθοδομές των υποδομών. Σημαντική έκταση του κοίλου, στη περιοχή του καλολαξευμένου βράχου παραμένει ως έχει. Η περιοχή αυτή μπορεί να χρησιμοποιείται από το κοινό χωρίς  ιδιαίτερες προσαρμογές μόνο με τη χρήση κάποιων μαξιλαριών. Η διατήρηση των τμημάτων αυτών έχει ως αποτέλεσμα η τελική εικόνα του έργου να συνδιαλέγεται επαρκώς με την υφιστάμενη εικόνα του ερειπίου.
Στο πρόγραμμα εντάσσονται ανακατασκευές των κλιμάκων με νέο υλικό και επαναφορά αρχαίων λίθων. Η πρόθεση για μικρότερη επέμβαση και οικονομία έργου οδήγησε στην απόφαση τα κλιμακοστάσια από ένα ύψος και πάνω να κατασκευαστούν με ήπια επιφανειακή διαμόρφωση στερεοποιημένου εδάφους. Το υλικό θα είναι έγχρωμο τσιμεντοκονίαμα με εμφανή αδρανή καστανοκόκκινης απόχρωσης. Παρόμοιο υλικό θα χρησιμοποιηθεί στους διαδρόμους με έντονη κλίση που διαμερισματοποιούν τους τομείς του κοίλου. 
Αρκετοί αρχαίοι λίθοι ενσωματώνονται στο σκηνικό οικοδόμημα σε ομόλογες θέσεις πιστοποιώντας την ορθότητα της επέμβασης και παράλληλα ανακουφίζοντας τον χώρο από την συνακόλουθη μορφική επιβάρυνση και φλυαρία που προκαλούν ως διάσπαρτοι. Tα υλικά θα είναι αντίστοιχης σύστασης και φυσικοχημικών ιδιοτήτων με τα υλικά της αυθεντικής κατασκευής.
Ξύλινη κατασκευή θα προστατέψει το αρχαίο κλιμακοστάσιο το οποίο θα ενταχθεί στο δίκτυο μονοπατιών του χώρου.
Ήπιοι τρόποι διαστρώσεων επί εδάφους επιστρατεύονται για να δηλώσουν τα βασικά γεωμετρικά σχήματα και να εξυπηρετήσουν την κίνηση των επισκεπτών μέσα στο χώρο.
Οι επιφάνειες καλύπτονται με συγκεκριμένη ποιότητα και απόχρωση χαλικιού που να σηματοδοτεί την εποχή των ερειπίων έτσι ώστε να υπάρχει ισχυρή οπτική διαφοροποίηση των ευρημάτων ανάλογα της χρονολόγησης τους.
Έτσι, ο διάλογος των εποχών προκύπτει ως  χρωματικός διάλογος στην έκταση του ερειπίου:
α. χαλίκι απόχρωσης μπεζ- μυκηναϊκή εποχή
β. χαλίκι απόχρωσης καστανοκόκκινης, χώματος Κωπαϊδος,– ελληνιστική εποχή.
Μικρό Belvedere με συγκέντρωση διάσπαρτων αρχαίων εδωλίων  απλού τύπου κατασκευάζεται στο ψηλότερο σημείο του κοίλου. Η θέα από κει θα θυμίζει αυτό που ονόμασε ο Σεφέρης «κατωφερικό βυθό» σε ένα άλλο θέατρο.
Χαμηλή βλάστηση χρησιμοποιείται είτε ως εδαφοκάλυψη είτε ως ήπια οριοθέτηση του χώρου του θέατρου μέσα στο αρχαιολογικό πάρκο και ως οπτικό φράγμα από το γύρω περιβάλλον.
Έτσι, το μνημείο θα γίνει κατανοητό και θα ενταχθεί στη ζωή της σύγχρονης πόλης, θα εξασφαλιστεί από τη φθορά και θα προστατευτεί για τις μελλοντικές γενιές. Η εκτιμούμενη χωρητικότητα του αναστηλωμένου τμήματος ανέρχεται στα 1000 άτομα. Ευρύτερα τα πρανή μπορούν να τα χρησιμοποιούν και περισσότερα.
Θέλω, κλείνοντας, να αναφερθώ ιδιαίτερα στους συνεργάτες μου οι οποίοι συμμετείχαν
και αυτοί στο τελικό αποτέλεσμα. Η Μαρία Μαγνήσαλη, αρχιτέκτων ΕΜΠ με μακρά εμπειρία στην αποκατάσταση μνημείων, με έργα βραβευμένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν παρούσα σε όλα τα στάδια της μελέτης συμβάλλοντας μέγιστα στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Οι ταλαντούχοι νέοι αρχιτέκτονες  Παναγιώτης Γκατσόπουλος και Τίμος Κουιμτζόγλου, υποψήφιοι διδάκτορες  και οι δύο με διακρίσεις στους τομείς τους βοήθησαν επιτόπου και πολύ περισσότερο στο γραφείο.
Η σύντομη αυτή αναφορά ας θεωρηθεί ως μια ελάχιστη ανταπόδοση της πολύτιμης προσφοράς τους.
Η στιγμή θα έλεγα ότι είναι ιστορική: ένα σπουδαίο μνημείο της περιφέρειας ανασύρεται από τη λήθη με μια μελέτη που σχολιάζει την αιώνια και αμφίσημη σχέση μας με την αρχαιότητα
ως πρότυπο που δεσμεύει και
ως αφορμή που εμπνέει.


Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.

« Η παρουσίαση της μελέτης αποκατάστασης του αρχαίου θεάτρου του Ορχομενού »
23.8.2014, (Αίθουσα Δημοτικού συμβουλίου) Ορχομενός. Θέμης Μπιλής, Αρχιτέκτονας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: